Δευτέρα 10 Φεβρουαρίου 2020

Ματθαίος Γιωσαφάτ : Γιατί δεν είμαστε ευτυχισμένοι μέσα στις οικογένειές μας


Ακούγεται και γράφεται, συχνά, σήμερα ότι σύντομα επέρχεται στην εποχή μας ο θάνατος της οικογένειας. Υπάρχει τεράστιος αριθμός διαζυγίων (50% στον Δυτικό κόσμο, 27% στην Ελλάδα, ποσοστό συνεχώς ανερχόμενο). Η μονογαμική σχέση δεν υπάρχει ούτε για τις περισσότερες γυναίκες. Οι σύζυγοι δεν έχουν χρόνο για τη σχέση τους, ούτε για τα παιδιά τους.

Οι οικογένειες δεν ενδιαφέρονται να μεγαλώσουν παιδιά κι ο μέσος όρος είναι ένα παιδί για κάθε οικογένεια (1,2 για την ακρίβεια).

Πολλοί δεν θέλουν καθόλου παιδιά κι αφοσιώνονται στην καριέρα τους. Άλλοι δεν θέλουν να παντρευτούν και συχνά κάνουν ένα παιδί (για να εκπληρώσουν κάποια βιολογική ή άλλη ανάγκη τους). Σε πολλές χώρες (Αγγλία π.χ.) το ποσοστό φτάνει το 31%. Πάρα πολλά παιδιά της σύγχρονης οικογένειας παρουσιάζουν έντονα και συχνά ψυχολογικά και κοινωνικά προβλήματα (νευρωτική κατάθλιψη, αίσθηση κενού, αδιαφορία για καριέρα, αδιαφορία για σχέσεις, εθισμό στο αλκοόλ ή τα ναρκωτικά) και μια μεγάλη γκάμα βίαιης και παραπτωματικής συμπεριφοράς.
Για πολλούς, λοιπόν, οι σημερινές ιστορικές και κοινωνικές συνθήκες δεν ευνοούν, πλέον, την ύπαρξη αυτού του θεσμού, και έτσι σιγά-σιγά αυτός οδηγείται σ’ένα μοιραίο τέλος. Άλλες απόψεις ισχυρίζονται ότι μεν αυτό το είδος του γάμου θα πεθάνει, αλλά θα βρεθούν άλλες μορφές οικογένειας πιο ταιριαστές με τις σημερινές συνθήκες (π.χ. τα κιμπούτζ που δοκιμάστηκαν στο Ισραήλ). Υπάρχουν άλλοι που λένε ότι, απλώς, η οικογένεια περνάει μια μεταβατική φάση, θ’αναμορφωθεί, θα προσαρμοσθεί στις νέες συνθήκες και θα επιβιώσει ανανεωμένη, γιατί είναι μια βασική ανάγκη του ανθρώπου.

Παράγοντες που επηρεάζουν την εσωτερική ζωή της οικογένειας

Η ανατροφή των παιδιών.
Πρώτα είχαμε την εκτεταμένη οικογένεια με κύριο πρόσωπο τη μητέρα, αλλά και τον πατέρα, τους συγγενείς, τη γειτονιά. Τώρα η οικογένεια αυτή τείνει να εκλείψει στις μεγάλες πόλεις. Μεταβήκαμε, στην πυρηνική οικογένεια (συνήθως μητέρα – πατέρας κι ένα παιδί, σπανιότερα δύο). Αυτό έχει πολλά μειονεκτήματα, αλλά έγινε πολύ χειρότερο απ’την ανάγκη να’χουμε άλλα πρόσωπα να φροντίζουν το παιδί λόγω της εργασίας της μητέρας. Τα πρόσωπα αυτά είναι, συχνά, άλλης εθνικότητας και πολλές φορές αλλάζουν.
Έτσι, έχουμε, σήμερα, μια καινούργια μορφή οικογένειας, την οποία ονομάζω «νέο-εκτεταμένη», όπου γονείς, η εναλλασσόμενη βοηθός (πολλές φορές μία το πρωί και άλλη το απόγευμα), σπανιότερα κάποιες ώρες με γιαγιά και παππού, όταν υπάρχουν κι είναι διαθέσιμοι, αποτελούν μια ετερόκλητη «οικογένεια» με διαφορετικές συμπεριφορές προς το παιδί. Το παιδί, όμως, χρειάζεται ένα πρόσωπο με την ίδια γλώσσα, φωνή, τρόπο χειρισμού, μυρωδιά, δέρμα κ.λ.π. ώστε να μπορέσει να δημιουργήσει δεσμό που θ’αποτελεί τη βάση της κατοπινής του ασφάλειας.
Τα σημερινά παιδιά, σ’ένα μεγάλο ποσοστό, δεν δημιουργούν αυτόν τον ασφαλή δεσμό. Αποτέλεσμα: να υπάρχει ένα ψυχικό κενό μέσα τους, που τα δυσκολεύει να κάνουν ουσιαστικές σχέσεις – δεσμούς με άλλους ανθρώπους. Άλλα παιδιά αποσύρονται και προσπαθούν να καλύψουν το κενό με ουσίες (αλκοόλ – φαγητό – ναρκωτικά). Άλλα επιζητούν μια συνεχή διέγερση που τη βρίσκουν, συχνά, στη βία και στην παραπτωματική συμπεριφορά.
Ο πατέρας, που ενδιαφέρεται σήμερα περισσότερο για τα παιδιά του, όταν παίρνει διαζύγιο ενδιαφέρεται πολύ λιγότερο, γιατί κατά κανόνα ξαναπαντρεύεται κι έχει άλλα παιδιά.

Έτσι έχουμε σήμερα:

Μονογονεϊκές οικογένειες που συνήθως αποτελούνται από τη μητέρα και ένα-δύο παιδιά, αλλά και